Του Δημήτρη Μπουλουσάκη
Κατ΄ αρχήν ήταν μεγάλη η χαρά για μένα που η φίλη και συντοπίτισσά μου Έλενα Χουσνή μου έκανε την τιμή να μου στείλει για να διαβάσω -από τους πρώτους- το νέο της βιβλίο «Κλίμακα F», που κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις «ΚΥΦΑΝΤΑ». Ήταν μεγάλη η τιμή να ζητήσει από την ταπεινότητά μου την άποψή μου, την οποία και δημόσια διατυπώνω:
Αν το προηγούμενο βιβλίο της Έλενας Χουσνή («Καταραμένες Πολιτείες») ήταν αφιερωμένο στην διαχρονική αδιαφορία της κοινωνίας αλλά και της οργανωμένης Πολιτείας απέναντι στους αδικημένους, στους αδύναμους, τους περιθωριακούς, τους διαφορετικούς, μέσα από μια αναδρομή στο παρελθόν που «αγγίζει» το σήμερα, το νέο της βιβλίο είναι ένα σκληρό αποκαλυπτικό ρεπορτάζ, μια «γροθιά στο στομάχι», μια εμπεριστατωμένη έρευνα δοσμένη με έναν άψογο και καλά μελετημένο μυθιστορηματικό τρόπο.
Το βιβλίο σοκάρει!
Σοκάρει γιατί με ανάγλυφο τρόπο και με πρωτοφανή στοιχεία και λεπτομέρειες μας δείχνει πως γεννιέται και δρα το «αυγό του φιδιού» του φασισμού και της τρομοκρατίας στις σημερινές δημοκρατικές κοινωνίες…
Σοκάρει γιατί αποτυπώνει την αλήθεια, την σκληρή και δυσάρεστη πραγματικότητα και την πλασάρει στα… «μούτρα» μας βάζοντάς μας απέναντι, ξεγυμνώνοντάς μας, αναδεικνύοντας και τις δικές μας ευθύνες ως πολίτες αυτής της χώρας… Τις ευθύνες ως πολίτες «της Δημοκρατίας του καναπέ»: «Τη Δημοκρατία το πάλκο πια δεν τη χωρά. Το έργο δεν μιλά στους θεατές. Έπαψαν να πιστεύουν στους ηθοποιούς. Δεν θέλουν να πληρώσουν το ακριβό εισιτήριο. Προτιμούν να παρακολουθούν τις τζάμπα παραστάσεις στις πλατείες, στους δρόμους. Αλλά όχι σαν αυτόπτες μάρτυρες. Όχι. Από τον καναπέ τους. Δεν θέλουν να κινδυνεύσουν, δεν θέλουν να θυσιάσουν τίποτε... Και κυρίως δεν θέλουν να θυσιαστούν».
Σοκάρει γιατί, με έναν ιδιαίτερα σαφή τρόπο αναλύει την σκέψη και εξηγεί την στάση και συμπεριφορά των νέων στη σημερινή κοινωνία: «Οι νέοι σήμερα θέλουν να τους ακούνε όταν μιλάνε. Να τους ακούνε πραγματικά. Να μην τους λένε μόνο ότι είναι τελειωμένοι, ότι είναι τελειωμένη η χώρα τους, ότι είναι τελειωμένα τα όνειρά τους. Ότι δεν ωφελεί να κάνουν οτιδήποτε. Και να μην το παίρνουν προσωπικά. Πώς να το παίρνουν δηλαδή, όταν μιλούν για τη ζωή τους, για το μέλλον τους, για τους ίδιους;»
Σοκάρει γιατί τοποθετεί στο κάδρο της «Δημοκρατίας του καναπέ» τους ακαδημαϊκούς, καυτηριάζοντας την στάση τους: «Οι ακαδημαϊκοί τόσα χρόνια είναι «κότες», όπως λέει. Δεν μιλούν δημόσια, δεν παίρνουν θέση για όσα συμβαίνουν στη χώρα». Εγώ θα πρόσθετα και τους διανοούμενους, τους καλλιτέχνες, γενικά τους επώνυμους που «λουφάζουν». Εξαίρεση, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου που τα λέει όλα! Ο καθηγητής Πουλιέζος στο Πάντειο, μελετητής, συγγραφέας, μια χαρισματική προσωπικότητα, η καθοριστική μορφή στο βιβλίο της Έλενας.
Το βιβλίο της Έλενας με ειλικρίνεια αποκαλύπτει και τον ρόλο του τύπου: «…Δεν έχει ηθική βάση το «ο σώζων εαυτόν σωθείτω». Τουλάχιστον όχι για μας που θεωρητικά είμαστε η τέταρτη εξουσία. Θα σου πω γιατί λοιπόν. Γιατί παρά τα όσα ισχυριζόμαστε ότι είμαστε, ότι εκπροσωπούμε, είμαστε και εμείς τομαριστές όπως το σύστημα που καταγγέλλουμε. Που καταγγέλλουμε βέβαια εδώ, στο γραφείο σου, πίνοντας τα ουισκάκια μας πριν πάμε στο σπιτάκι μας ξέροντας ότι για λίγο ακόμη διασφαλίσαμε ότι θα πληρώνουμε χωρίς πρόβλημα δάνεια, λογαριασμούς και φροντιστήρια παιδιών. Δεν είμαστε καλύτεροί τους. Τα ίδια σκατά είμαστε».
Προβληματίζει και προκαλεί αμηχανία γιατί μας λέει ωμά ότι «κανείς δεν διέβλεπε τον κίνδυνο για μια νέα γενιά ακροδεξιών και φασιστικών οργανώσεων που εμφανίζονταν, ισχυροποιούνταν και κέρδιζαν συνεχώς έδαφος, απέναντι σε μια Ευρώπη που έδειχνε το σκληρό, τεχνοκρατικό πρόσωπό της».
Από την άλλη, μας δείχνει πόσο «καλολαδωμένη είναι η μηχανή της εξουσίας! Πόσο εύκολα μασά και ξερνάει τα γρανάζια που τη φρενάρουν ή την εμποδίζουν να κινηθεί..».
Και φυσικά αναδεικνύει την μεγάλη ευθύνη των πολιτικών με ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα: «Έχουν ξεπουλήσει τη χώρα. Έχουν ξεπουλήσει εμάς τους ίδιους. Σκλάβους στο σκλαβοπάζαρο των μεγάλων που αποφασίζουν ποιοι θα είναι αφέντες και ποιοι δούλοι. Τώρα θέλουν και λευκούς δούλους». Το ίδιο και για τα κόμματα: «στη θέση των κομμάτων λαθροβιούν ελίτ, τεράστιες πολυεθνικές εταιρίες αποφασίζουν για όλα, το κοινοβούλιο έχει γίνει ο ταχυδρόμος των κέντρων που αποφασίζουν και οι βουλευτές απλώς επικυρώνουν προ-ειλημμένες αποφάσεις. Η νομοθετική εξουσία, έχει κυριολεκτικά βουλιάξει στην ανυπαρξία, έχει υποβιβαστεί σε ρόλο υπηρέτη και μάλιστα πιστού. Η «δημοκρατία» έχει υποβιβαστεί σε απλή οικονομική δραστηριότητα. Το κράτος δικαίου εξαντλείται σε στατιστικά δελτία βιωσιμότητας».
Είναι γεγονός, όπως υποστηρίζει και ο Περικλής Κοροβέσης, ότι οι σημερινοί πολιτικοί προσομοιάζουν στους υπαλλήλους των πολυεθνικών εταιρειών. Το βασικό τους μέλημα είναι η καριέρα τους και ο μισθός τους. Αν βρουν δουλειά με καλύτερη αμοιβή στην ανταγωνιστική εταιρεία, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να προσχωρήσουν στον αντίπαλο. Η καριέρα τους συνεχίζεται. Αν προσμετρήσουμε τις μεταγραφές πολιτικών από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, θα χρειαστεί να συντάξουμε μια μικρή εγκυκλοπαίδεια. Και αυτό για τον πολιτικό που μεταγράφεται δεν σημαίνει καμιά αποστασία ή προδοσία. Την άνοδό του επιδιώκει, όπως κάθε άλλος άνθρωπος που είναι φιλόδοξος στη δουλειά του και θέλει να πάει μπροστά. Αυτό το επάγγελμα είναι αυτόνομο από την κοινωνία που υποτίθεται πως εκπροσωπεί.
Εν κατακλείδι, η Έλενα Χουσνή με την πένα της και την ενδελεχή έρευνά της μας βοηθάει να αντιληφθούμε με τον καλύτερο τρόπο ότι:
- Η φασιστική ιδεολογία(;) δεν συνιστά σε καμία περίπτωση πολιτική πεποίθηση. Δεν μπορεί να είναι πολιτική ιδεολογία σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα η κατάλυσή του. Η παιδοφιλία π.χ. μπορεί να είναι αποδεκτή ως πολιτική ιδεολογία και έκφραση ενός δημοκρατικού δικαιώματος;
- Η τρομοκρατία, η δολοφονία, ο τραμπουκισμός, ο αποκλεισμός των μειονοτήτων και ο περιορισμός των ατομικών ελευθεριών δεν μπορεί να είναι πολιτική πράξη και ιδεολογία. Τότε δεν μιλάμε για μια δημοκρατική κοινωνία, καθώς η συμμετοχή σε αυτή δεν προσδιορίζεται από κόμματα, αλλά από εγκληματικές οργανώσεις.
- Η επιλογή ενός ακροδεξιού κόμματος με την διάρθρωση και τις δομές που περιγράφονται στο βιβλίο δεν αποτελεί πολιτική επιλογή, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, ούτε πράξη διαμαρτυρίας, αλλά συμμετοχή στη νομιμοποίηση εγκληματικής οργάνωσης.
Το βιβλίο της Έλενας Χουσνή μας δίνει την ευκαιρία να αναρωτηθούμε πως φθάσαμε μέχρι εδώ, γιατί η πορεία της μεταπολίτευσης ολοκληρώθηκε με αυτό τον τραυματικό τρόπο, πως θα βγούμε από το τέλμα. Απαντήσεις υπάρχουν, αρκεί να αναζητηθούν και ακόμη περισσότερο υπάρχει ανάγκη να δοθεί μία απάντηση συλλογική, οριστική και δίκαιη.
Δυστυχώς, η δημοκρατία είναι ένα πολύ ακριβό πολίτευμα και καλούμαστε να προασπίσουμε το πολίτευμά μας. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στο εσωτερικό όλων των χωρών, καθώς και στην καθημερινή μας ζωή, δεν μπορεί να υπάρχει ανοχή στη βία. Τώρα, είναι ανάγκη όσο ποτέ να μείνουμε ενωμένοι και να το εμβαθύνουμε στην παιδεία μας.
Είναι δηλαδή αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε η επιστροφή στην πραγματική, στην ουσιαστική πολιτική για να αρχίσει η Δημοκρατία μας να ξανακόβει εισιτήρια…
Κατ΄ αρχήν ήταν μεγάλη η χαρά για μένα που η φίλη και συντοπίτισσά μου Έλενα Χουσνή μου έκανε την τιμή να μου στείλει για να διαβάσω -από τους πρώτους- το νέο της βιβλίο «Κλίμακα F», που κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις «ΚΥΦΑΝΤΑ». Ήταν μεγάλη η τιμή να ζητήσει από την ταπεινότητά μου την άποψή μου, την οποία και δημόσια διατυπώνω:
Αν το προηγούμενο βιβλίο της Έλενας Χουσνή («Καταραμένες Πολιτείες») ήταν αφιερωμένο στην διαχρονική αδιαφορία της κοινωνίας αλλά και της οργανωμένης Πολιτείας απέναντι στους αδικημένους, στους αδύναμους, τους περιθωριακούς, τους διαφορετικούς, μέσα από μια αναδρομή στο παρελθόν που «αγγίζει» το σήμερα, το νέο της βιβλίο είναι ένα σκληρό αποκαλυπτικό ρεπορτάζ, μια «γροθιά στο στομάχι», μια εμπεριστατωμένη έρευνα δοσμένη με έναν άψογο και καλά μελετημένο μυθιστορηματικό τρόπο.
Το βιβλίο σοκάρει!
Σοκάρει γιατί με ανάγλυφο τρόπο και με πρωτοφανή στοιχεία και λεπτομέρειες μας δείχνει πως γεννιέται και δρα το «αυγό του φιδιού» του φασισμού και της τρομοκρατίας στις σημερινές δημοκρατικές κοινωνίες…
Σοκάρει γιατί αποτυπώνει την αλήθεια, την σκληρή και δυσάρεστη πραγματικότητα και την πλασάρει στα… «μούτρα» μας βάζοντάς μας απέναντι, ξεγυμνώνοντάς μας, αναδεικνύοντας και τις δικές μας ευθύνες ως πολίτες αυτής της χώρας… Τις ευθύνες ως πολίτες «της Δημοκρατίας του καναπέ»: «Τη Δημοκρατία το πάλκο πια δεν τη χωρά. Το έργο δεν μιλά στους θεατές. Έπαψαν να πιστεύουν στους ηθοποιούς. Δεν θέλουν να πληρώσουν το ακριβό εισιτήριο. Προτιμούν να παρακολουθούν τις τζάμπα παραστάσεις στις πλατείες, στους δρόμους. Αλλά όχι σαν αυτόπτες μάρτυρες. Όχι. Από τον καναπέ τους. Δεν θέλουν να κινδυνεύσουν, δεν θέλουν να θυσιάσουν τίποτε... Και κυρίως δεν θέλουν να θυσιαστούν».
Σοκάρει γιατί, με έναν ιδιαίτερα σαφή τρόπο αναλύει την σκέψη και εξηγεί την στάση και συμπεριφορά των νέων στη σημερινή κοινωνία: «Οι νέοι σήμερα θέλουν να τους ακούνε όταν μιλάνε. Να τους ακούνε πραγματικά. Να μην τους λένε μόνο ότι είναι τελειωμένοι, ότι είναι τελειωμένη η χώρα τους, ότι είναι τελειωμένα τα όνειρά τους. Ότι δεν ωφελεί να κάνουν οτιδήποτε. Και να μην το παίρνουν προσωπικά. Πώς να το παίρνουν δηλαδή, όταν μιλούν για τη ζωή τους, για το μέλλον τους, για τους ίδιους;»
Σοκάρει γιατί τοποθετεί στο κάδρο της «Δημοκρατίας του καναπέ» τους ακαδημαϊκούς, καυτηριάζοντας την στάση τους: «Οι ακαδημαϊκοί τόσα χρόνια είναι «κότες», όπως λέει. Δεν μιλούν δημόσια, δεν παίρνουν θέση για όσα συμβαίνουν στη χώρα». Εγώ θα πρόσθετα και τους διανοούμενους, τους καλλιτέχνες, γενικά τους επώνυμους που «λουφάζουν». Εξαίρεση, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου που τα λέει όλα! Ο καθηγητής Πουλιέζος στο Πάντειο, μελετητής, συγγραφέας, μια χαρισματική προσωπικότητα, η καθοριστική μορφή στο βιβλίο της Έλενας.
Το βιβλίο της Έλενας με ειλικρίνεια αποκαλύπτει και τον ρόλο του τύπου: «…Δεν έχει ηθική βάση το «ο σώζων εαυτόν σωθείτω». Τουλάχιστον όχι για μας που θεωρητικά είμαστε η τέταρτη εξουσία. Θα σου πω γιατί λοιπόν. Γιατί παρά τα όσα ισχυριζόμαστε ότι είμαστε, ότι εκπροσωπούμε, είμαστε και εμείς τομαριστές όπως το σύστημα που καταγγέλλουμε. Που καταγγέλλουμε βέβαια εδώ, στο γραφείο σου, πίνοντας τα ουισκάκια μας πριν πάμε στο σπιτάκι μας ξέροντας ότι για λίγο ακόμη διασφαλίσαμε ότι θα πληρώνουμε χωρίς πρόβλημα δάνεια, λογαριασμούς και φροντιστήρια παιδιών. Δεν είμαστε καλύτεροί τους. Τα ίδια σκατά είμαστε».
Προβληματίζει και προκαλεί αμηχανία γιατί μας λέει ωμά ότι «κανείς δεν διέβλεπε τον κίνδυνο για μια νέα γενιά ακροδεξιών και φασιστικών οργανώσεων που εμφανίζονταν, ισχυροποιούνταν και κέρδιζαν συνεχώς έδαφος, απέναντι σε μια Ευρώπη που έδειχνε το σκληρό, τεχνοκρατικό πρόσωπό της».
Από την άλλη, μας δείχνει πόσο «καλολαδωμένη είναι η μηχανή της εξουσίας! Πόσο εύκολα μασά και ξερνάει τα γρανάζια που τη φρενάρουν ή την εμποδίζουν να κινηθεί..».
Και φυσικά αναδεικνύει την μεγάλη ευθύνη των πολιτικών με ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα: «Έχουν ξεπουλήσει τη χώρα. Έχουν ξεπουλήσει εμάς τους ίδιους. Σκλάβους στο σκλαβοπάζαρο των μεγάλων που αποφασίζουν ποιοι θα είναι αφέντες και ποιοι δούλοι. Τώρα θέλουν και λευκούς δούλους». Το ίδιο και για τα κόμματα: «στη θέση των κομμάτων λαθροβιούν ελίτ, τεράστιες πολυεθνικές εταιρίες αποφασίζουν για όλα, το κοινοβούλιο έχει γίνει ο ταχυδρόμος των κέντρων που αποφασίζουν και οι βουλευτές απλώς επικυρώνουν προ-ειλημμένες αποφάσεις. Η νομοθετική εξουσία, έχει κυριολεκτικά βουλιάξει στην ανυπαρξία, έχει υποβιβαστεί σε ρόλο υπηρέτη και μάλιστα πιστού. Η «δημοκρατία» έχει υποβιβαστεί σε απλή οικονομική δραστηριότητα. Το κράτος δικαίου εξαντλείται σε στατιστικά δελτία βιωσιμότητας».
Είναι γεγονός, όπως υποστηρίζει και ο Περικλής Κοροβέσης, ότι οι σημερινοί πολιτικοί προσομοιάζουν στους υπαλλήλους των πολυεθνικών εταιρειών. Το βασικό τους μέλημα είναι η καριέρα τους και ο μισθός τους. Αν βρουν δουλειά με καλύτερη αμοιβή στην ανταγωνιστική εταιρεία, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να προσχωρήσουν στον αντίπαλο. Η καριέρα τους συνεχίζεται. Αν προσμετρήσουμε τις μεταγραφές πολιτικών από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, θα χρειαστεί να συντάξουμε μια μικρή εγκυκλοπαίδεια. Και αυτό για τον πολιτικό που μεταγράφεται δεν σημαίνει καμιά αποστασία ή προδοσία. Την άνοδό του επιδιώκει, όπως κάθε άλλος άνθρωπος που είναι φιλόδοξος στη δουλειά του και θέλει να πάει μπροστά. Αυτό το επάγγελμα είναι αυτόνομο από την κοινωνία που υποτίθεται πως εκπροσωπεί.
Εν κατακλείδι, η Έλενα Χουσνή με την πένα της και την ενδελεχή έρευνά της μας βοηθάει να αντιληφθούμε με τον καλύτερο τρόπο ότι:
- Η φασιστική ιδεολογία(;) δεν συνιστά σε καμία περίπτωση πολιτική πεποίθηση. Δεν μπορεί να είναι πολιτική ιδεολογία σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα η κατάλυσή του. Η παιδοφιλία π.χ. μπορεί να είναι αποδεκτή ως πολιτική ιδεολογία και έκφραση ενός δημοκρατικού δικαιώματος;
- Η τρομοκρατία, η δολοφονία, ο τραμπουκισμός, ο αποκλεισμός των μειονοτήτων και ο περιορισμός των ατομικών ελευθεριών δεν μπορεί να είναι πολιτική πράξη και ιδεολογία. Τότε δεν μιλάμε για μια δημοκρατική κοινωνία, καθώς η συμμετοχή σε αυτή δεν προσδιορίζεται από κόμματα, αλλά από εγκληματικές οργανώσεις.
- Η επιλογή ενός ακροδεξιού κόμματος με την διάρθρωση και τις δομές που περιγράφονται στο βιβλίο δεν αποτελεί πολιτική επιλογή, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, ούτε πράξη διαμαρτυρίας, αλλά συμμετοχή στη νομιμοποίηση εγκληματικής οργάνωσης.
Το βιβλίο της Έλενας Χουσνή μας δίνει την ευκαιρία να αναρωτηθούμε πως φθάσαμε μέχρι εδώ, γιατί η πορεία της μεταπολίτευσης ολοκληρώθηκε με αυτό τον τραυματικό τρόπο, πως θα βγούμε από το τέλμα. Απαντήσεις υπάρχουν, αρκεί να αναζητηθούν και ακόμη περισσότερο υπάρχει ανάγκη να δοθεί μία απάντηση συλλογική, οριστική και δίκαιη.
Δυστυχώς, η δημοκρατία είναι ένα πολύ ακριβό πολίτευμα και καλούμαστε να προασπίσουμε το πολίτευμά μας. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στο εσωτερικό όλων των χωρών, καθώς και στην καθημερινή μας ζωή, δεν μπορεί να υπάρχει ανοχή στη βία. Τώρα, είναι ανάγκη όσο ποτέ να μείνουμε ενωμένοι και να το εμβαθύνουμε στην παιδεία μας.
Είναι δηλαδή αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε η επιστροφή στην πραγματική, στην ουσιαστική πολιτική για να αρχίσει η Δημοκρατία μας να ξανακόβει εισιτήρια…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου
Μη διστάσετε να προσθέσετε σχόλια στο δημοσίευμα που σας ενδιαφέρει.
Η εφημερίδα karatzova.com ενθαρρύνει τη δημόσια έκφραση των αναγνωστών της εφόσον τηρούνται οι βασικοί κανόνες δημοσιότητας που ορίζουν οι ελληνικοί νόμοι. Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή.