Το τρίπτυχο καφές, ξαπλώστρα, βιβλίο αποτελεί αγαπημένη συνήθεια στις καλοκαιρινές διακοπές. Η ανάγνωση βιβλίων στην παραλία έχει γίνει συνώνυμο της ραστώνης των διακοπών, με αρκετούς να ονειρεύονται τη συντροφιά ενός καλού βιβλίου στην παραλία.
Ωστόσο, κατά πόσο υφίσταται η συνήθεια αυτή και φέτος και πόσοι Έλληνες διάβασαν στην ξαπλώστρα; Τι κατηγορίες βιβλίων επιλέχθηκαν; Και με ποιόν τρόπο αλλάζουν οι αναγνωστικές συνήθειες των ανθρώπων;
Η Ελένη Παπαγεωργίου των εκδόσεων Μεταίχμιο και ο Γιάννης Κωνστανταρόπουλος, εκδότης των εκδόσεων Μίνωας, μιλούν στο ErtNews.gr για τη σχέση Ελλήνων και βιβλίου φέτος το καλοκαίρι.
«Δεν ήταν η πιο δυνατή χρονιά για το βιβλίο στην Ελλάδα»
«Η εικόνα που έχουμε είναι ότι αυτό το καλοκαίρι ήταν περίπου όπως και το περσινό, ίσως και λίγο πιο υποτονικό», λέει η Ελένη Παπαγεωργίου, σημειώνοντας πως είναι δύσκολο να κρίνει κανείς εάν οι Έλληνες διάβασαν περισσότερο ή λιγότερα σε σχέση με προηγούμενα καλοκαίρια.
Και αυτό γιατί χρόνο με τον χρόνο οι κατηγορίες βιβλίων που επιλέγουν οι αναγνώστες μεταβάλλονται. «Υπάρχουν περισσότεροι αναγνώστες που διαβάζουν πιο ειδικά βιβλία απ’ ό,τι στο παρελθόν. Δηλαδή, στο παρελθόν υπήρχαν βιβλία Ελληνικής Λογοτεχνίας που ήταν πάρα πολύ δημοφιλή, έκαναν τεράστια νούμερα πωλήσεων, ενώ τώρα μπορεί να υπάρχουν πολλές κατηγορίες βιβλίων που διαβάζονται και οι αναγνώστες που επιλέγουν την κάθε κατηγορία να είναι λιγότεροι».
«Για παράδειγμα, υπάρχει μια πτώση στην αστυνομική λογοτεχνία τα τελευταία χρόνια, που ήταν ένα είδος πολύ δημοφιλές για το καλοκαίρι. Πλέον δεν ισχύει αυτό, αλλά υπάρχουν κάποια αρκετά δημοφιλή αστυνομικά βιβλία».
«Θα έλεγα ότι διαβάζουν πολλοί, διαφορετικά», λέει η κ. Παπαγεωργίου, συμπληρώνοντας πως οι Έλληνες «μάλλον διάβασαν αλλά δεν ήταν και η πιο δυνατή χρονιά για το βιβλίο στην Ελλάδα».
Αντίθετη άποψη φαίνεται να έχει ο Γιάννης Κωνστανταρόπουλος των εκδόσεων Μίνωας, αφού πιστεύει ότι οι Έλληνες διαβάζουν περισσότερο απ’ ό,τι διάβαζαν την προηγούμενη δεκαετία. «Έχει τρέξει μια έρευνα από τον Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ), που έχει αποδείξει ότι την τελευταία δεκαετία έχει αναπτυχθεί σημαντικά η αναγνωσιμότητα, συγκριτικά με την προηγούμενη δεκαετία».
«Άρα οι Έλληνες της δεκαετίας 2020 διαβάζουν περισσότερο απ’ ό,τι την προηγούμενη δεκαετία του 2010. Βέβαια αυτό είναι μια γενικότητα. Δυστυχώς δεν είναι εύκολο να συγκρίνει κανείς έτος με έτος, γιατί μπορεί ο Μίνωας σαν εκδοτικός οίκος να πήγε καλύτερα μια χρονιά, αυτό όμως δεν αφορά όλον τον κλάδο και όλη την κατάσταση. Άρα το συμπέρασμά μου είναι λίγο πιο γενικό, δεν αφορά αποκλειστικά αυτό το καλοκαίρι. Αφορά γενικά τη δεκαετία που διανύουμε αυτήν την στιγμή».
Έτσι, οι λάτρεις του διαβάσματος, επέλεξαν κυρίως ξένη λογοτεχνία και βιβλία αυτοβελτίωσης για συντροφιά στην παραλία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η στροφή των αναγνωστών σε πιο ανάλαφρα λογοτεχνικά βιβλία, τα γνωστά “feelgood“. «Στην λογοτεχνία επέλεξαν κυρίως ελαφριά αναγνώσματα, χαρούμενες, ρομαντικές ιστορίες. Αυτό μπορώ να πω ότι μονοπώλησε το ενδιαφέρον», αναφέρει ο κ. Κωνστανταρόπουλος.
«Βασικός ανταγωνιστής του διαβάσματος βιβλίων, τα Social Media»
Το καλοκαίρι οι πωλήσεις βιβλίων είναι παραδοσιακά αυξημένες συγκριτικά με τον χειμώνα και αυτό γιατί «όλοι στις διακοπές έχουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο για να μπορέσουμε να ξοδέψουμε και στο διάβασμα, γιατί τους υπόλοιπους μήνες που εργαζόμαστε ο βασικός ανταγωνιστής του διαβάσματος βιβλίων είναι τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Κάποτε ήταν η τηλεόραση, τώρα πλέον πολύ λίγος κόσμος ασχολείται με αυτήν», λέει ο κ. Κωνστανταρόπουλος.
Παρόλα αυτά, φαίνεται πως στις διακοπές αρκετοί αφήνουν το κινητό στην άκρη και ρίχνουν ένα βιβλίο στη βαλίτσα ή την τσάντα θαλάσσης. Σύμφωνα με τον εκδότη, το βιβλίο σίγουρα κερδίζει πιο εύκολα τον αναγνώστη το καλοκαίρι, «είτε γιατί βαριόμαστε πια τα Social Media, είτε και γιατί δεν βοηθάει όταν είσαι στην ύπαιθρο να είσαι συνέχεια με το τηλέφωνο…είτε δεν έχεις 4G, είτε το φως του ήλιου αντανακλά στην οθόνη».
Οι πρακτικές αυτές δυσκολίες μειώνουν και το ποσοστό των αναγνωστών που διαβάζουν ηλεκτρονικά βιβλία ή e-books. Το διάβασμα βιβλίων από κινητές συσκευές αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 2-3% των βιβλίων που πωλούνται, σύμφωνα με την κ. Παπαγεωργίου, ενώ για τον κ. Κωνστανταρόπουλο είναι ξεπερασμένη τεχνολογία που βαίνει μειούμενη.
«Τα e-books κυρίως περιορίζονται σε επιστημονικά εγχειρίδια και σε βιβλία που κανείς δεν θα κάτσει να τα διαβάσει από την αρχή μέχρι το τέλος, αλλά αποσπασματικά θα επιλέξει και θα ψάξει πληροφορίες και σελίδες. Αν συνδυάσουμε και την οθόνη, που δεν είναι καθόλου βολική κάτω από το φως του ήλιου, το τέλος της μπαταρίας και όλα τα σχετικά, επ’ουδενί δεν μπορεί το e-book να βοηθήσει την κατανάλωση βιβλίων το καλοκαίρι».
Είναι πιθανό πώς το φετινό καλοκαίρι περισσότεροι άνθρωποι επέλεξαν να ακούσουν βιβλία, απ’ το να τα διαβάσουν μέσω κάποιας κινητής συσκευής, σύμφωνα με την κ. Παπαγεωργίου. Τα audio-books είναι η νέα συνήθεια στην κατανάλωση βιβλίων, που όμως «μπορούν να είναι συμπληρωματικά του χάρτινου βιβλίου», τονίζει ο κ. Κωνστανταρόπουλος.
Μόδα η ανάγνωση βιβλίων για τους νέους
Μεγάλη άνοδο έχει γνωρίσει η εφηβική λογοτεχνία τον τελευταίο καιρό, ενώ αναβίωση έχουν γνωρίσει και τα κλασσικά αναγνώσματα, για τα οποία οι νέοι εκφράζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Για τον κ. Κωνστανταρόπουλο, η μεγάλη έκθεση βιβλίων στο Tik-Tok, μια συνήθεια που ήρθε από το εξωτερικό, έχει επηρεάσει σε κάποιο βαθμό τις αναγνωστικές συνήθειες των εφήβων. «Θα λέγαμε ότι σαν να έχει κάνει την ανάγνωση μόδα», συμπληρώνει.
«Τον πρώτο λόγο έχουν τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης που δημιουργούν την εικόνα του τι διαβάζει ο κόσμος και άρα πρέπει να διαβάσω και εγώ. Μικρότερη σημασία έχει πλέον η κριτική, σε σχέση με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, για τον πολύ κόσμο φυσικά. Υπάρχει πάντα ένας πυρήνας που παρακολουθεί στενά το βιβλίο και συνεχίζει να διαβάζει και να ενημερώνεται με τον ίδιο τρόπο», αναφέρει η Ελένη Παπαγεωργίου.
Για να πλησιάσεις ένα βιβλίο πρέπει να είσαι μεγάλη ποιότητα....Αυτό μας τελείωσε όμως...τώρα μόνο καφρίλα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι 20 ευρώ το λιγότερο.
ΑπάντησηΔιαγραφή