Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Ένα αφήγημα της Ευθυμιάδου Γεωργίας, Υποψήφιας Δημοτικής Συμβούλου ΔΕ Κρύας Βρύσης


Για τον ποδοσφαιριστή, τον Μαραθωνοδρόμο και Υποψήφιο Δήμαρχο Στάθη Καστερίδη

«Μη σταματάς Κάστερ , κάντο για μας!»

Μέσα στο σπίτι και ξαφνικά εξαφανίζονταν. Κάθε φορά που χανόταν ήξερε η μάνα του πως θα είναι πάνω σε κάποιο δέντρο, θα τρέχει στις αλάνες ή θα κλωτσά μια μπάλα. Η αυλή του σπιτιού του δεν τον χωρούσε. Ήταν αρκετή να χωρέσει τα βήματα του όχι όμως τις δρασκελιές του. Λιπόσαρκος, νευρώδης, βλέμμα που έψαχνε εναγώνια πιο πέρα από τον ορίζοντα του. Καταλάβαινε το πέρας του και ονειροπολούσε πως μια μέρα θα ξεπερνούσε τα τείχη της ορατότητας του. Οι σκέψεις του περίσσευαν, κάτι έπρεπε να τις κάνει. Δεν ήξερε τι. Μόνο που ένιωθε όλα τα ακατανόητα, που άλλοτε τον χαροποιούσαν και άλλοτε πιεστικά του έσφιγγαν τον λαιμό, να μην ξέρει να τα ξεμπλέξει. Πώς να τα εκφράσει και να εκφραστεί. Και δώστου έτρεχε. Έτρεχε να πάει στο σχολείο, έτρεχε να βρει τους φίλους του, έτρεχε για τα θελήματα που του ζητούσε ο παππούς του ο Γιάννης: «Μ΄ αγλιγωρείς», του έλεγε, μα που να τον ακούσει.

Ο τρόπος να γνωρίζει τον εαυτό του και τους άλλους ήταν το τρέξιμο. Οι φίλοι του στην εφηβεία ερωτεύονταν και λιγόστευαν τα λόγια τους, μα αυτός έβαζε φτερά για να ξεφύγει από τα καρδιοχτύπια μήπως και σωθεί. Ή έτρεχε ή όρθιος πάνω κάτω. Και τα μαθήματα του με πήγαινε- έλα τα έλεγε απέξω. «Έχει μια υπερκινητικότητα», έλεγαν οι καθηγητές! Τον δοκίμασε ο γυμναστής για τους αγώνες στα 1.500μ. που θα έπαιρνε μέρος το σχολείο του. Ο Παπαδόπουλος δεν πίστευε στα μάτια του, αποφασιστικότητα, αυτοσυγκέντρωση, ταχύτητα και πείσμα. Μετά τα 1.500μ., ήρθαν τα 3χλμ, τα 5χλμ.

Άρχισαν τα μετάλλια να στολίζουν τον μπουφέ του σαλονιού τους. Τα κοιτούσε ο πατέρας του, ψήλωνε και άντεχε αλλιώτικα τη βιοπάλη του.

Το μεγάλο του όνειρο να γίνει ποδοσφαιριστής! Να νιώσει το μεγαλείο του «οικουμενικού πάθους» του λαϊκού αγωνίσματος. Εκεί τον οδηγούσε η προσωπικότητα του, η αυτοπεποίθηση του, ο θυμός του , η ανάγκη του «συνανήκειν», στα πιο ταπεινά μέσα, σε μια μπάλα που κλωτσάς και την οδηγείς εσύ που κατά θέλεις. Ήθελε να αντικαταστήσει τα κουκουνάρια που έβαζε ως τέρμα στις αλάνες, με αληθινά γκολπόστ.

Έφηβο τον πήρε ο πατέρας του και τον πήγε στον Α.Ο Γιαννιτσών. Μπήκε στον Εθνικό και στην Αναγέννηση. Η μπάλα στα πόδια του πειθήνιο όργανο που το κατεύθυνε. Με ντρίπλες και ελιγμούς δεν άφηνε κανέναν να του την πάρει. Ξεχυνότανε μπροστά σαν σίφουνας και την έβγαζε από το πεδίο των αντιπάλων του. Έζησε στιγμές που έφτασαν την ομάδα του στη Β΄ Εθνική και έγινε η ενδεκάδα των «σταρς» των Γιαννιτσών.

Δεν έκανε πίσω ούτε όταν πέρασε στη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης. Μπήκε σαν αθλητής στίβου στον ΑΡΗ. Όποια φανέλα και αν φορούσε ίδρωνε και μάτωνε. Ήξερε ότι μόνο έτσι μπορούσε να ξεχωρίσει, και το έκανε.

Η εποχή στιγματίζεται από τους αγώνες ενάντια στην κοινωνική αδικία. Ξέρει από αυτήν, την έχει καταγεγραμμένη στην κυτταρική μνήμη της φυλής του. Την αντιεξουσιαστική του τάση την βγάζει στο ποδόσφαιρο, εκεί που ισχύουν κανονισμοί, εκεί που η παρατυπία και το άδικο γίνεται «πέναλτι» και «κόκκινη κάρτα». Μέσα στο γήπεδο μαίνονταν τα αθέμιτα μέσα και αποκαθιστούσε την ισονομία, το δίκαιο των φτωχών και την προσφυγική του καταγωγή. «Όλα όσα ξέρω για την ηθική και την αίσθηση καθήκοντος τα έχω μάθει από το ποδόσφαιρο», έλεγε ο Αλμπέρ Καμύ και ο Στάθης γινότανε ένα μ΄αυτό.

Τα γήπεδα δεν θα τα εγκαταλείψει ποτέ. Πώς να αποχωριστεί τον ζωτικό του χώρο, πώς να πάψει να αναπνέει; Αδυνατεί για αυτήν την προδοσία. Ούτε το σώμα του ούτε η ψυχή του κάνουν πίσω και ας έχει φτάσει τα πενήντα δύο. Γίνεται προπονητής, γιατί μόνο ρόλο μπορεί να αλλάξει. Κατηχεί τα παιδιά στο δικό του «ευαγγέλιο», αυτό των γηπέδων που οδηγεί στις νίκες και τις διακρίσεις.

Στα χρόνια που έρχονται συμμετέχει σαν βετεράνος αθλητής Μαραθωνοδρόμος και καταφέρνει να κάνει βαλκανικά ρεκόρ με συμμετοχές στη Γερμανία, Τουρκία, Ολλανδία και Ιταλία. Το πείσμα για τη νίκη, το νερό που κυλά μέσα του και αρνείται να το πιεί μη και χάσει χρόνο .

Δεν δειλιάζει ούτε καν το 2017 στο Ρότερνταμ, όταν με τραυματισμό και παρά τις αντιρρήσεις των γιατρών αποφασίζει να τερματίσει για να χαρίσει το μετάλλιο στον φίλο και συναγωνιστή του Γιώργο Βογιατζή

(Γογολάτσα) που του φωνάζει από τη γιγαντοοθόνη «μη σταματάς Κάστερ, κάντο για μας!»

Δεν δειλιάζει ούτε το 2019, όταν για λίγους ψήφους χάνει τη νίκη στις Δημοτικές Εκλογές. Οι αθλητές είναι το ίδιο εκπαιδευμένοι στη νίκη και την ήττα. Οι αθλητές δεν κιοτεύουν γιατί ξέρουν.

Μόνο φωνάζουν
«Νικούμε. Νικούμε.
Πάντα νικάει το δίκιο»( Γ. Ρίτσος)

Ευθυμιάδου Γεωργία,
Υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος Δ.Ε Κρύας Βρύσης
Πέλλα, Δήμος για όλους, Καστερίδης Στάθης
Share on Google Plus

    Blogger Comment
    Facebook Comment